2

2
Blogger Tips and TricksLatest Tips And TricksBlogger Tricks

ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ ΖΩΝΤΑΝΟΙ -ΥΠΟΓΡΑΨΤΕ

Τρίτη 12 Αυγούστου 2014

ΧΟΡΕΥΤΑΙ

Ένα δικό μου υποκειμενικό άρθρο, Περί των γεγονότων ο λόγος.
Έμπνευση από Λουκιανό.


Απόλλων, Ζευς, Φιλοσοφία, Ηρακλής, Γνώσι, λογική, Άνθρωποι, Κύριος, Ορφεύς,
Χορευταί, Φιλοξενών

ΧΟΡΕΥΤΑΙ

ΑΠΟΛΛΩΝ. Αληθεύουν τα λεγόμενα, πατέρα, ότι κάποιος από κείνους τους χορευταί, εμέθυσε πάλι και έκαμνε ρεζίλι εις τα μάτια των θέων, αυτό τον ταλαίπωρο λαό των ελλήνων ;
Ο άνθρωπος αυτός, ως λέγεται, ήτο πολύ επιτήδειος εις το να κάνη διάφορα
πράγματα τα οποία να προκαλούν την προσοχήν και τον θαυμασμόν.
Ένας παρόμοιος από τα μέλλοντα, έκαμνε ίδια πράγματα, και κοινοποιούσε εικόνας εις εκείνο το βδελυρό κοινωνικό δίκτυο, και οι άλλοι όμοιοι του, από χαράς δεν εκοίμοντο το βραδύ, Λησμονούσαν τις χαρές και τα τραγούδια, ενώ τόσο δυστυχείς πρέπει να νιώσουν υπό την έλλειψη αρχής των δεόντων..
Το γεγονός μας διηγήθη η Σελήνη, η οποία, ως μας είπε, τον είδε να Πίνει και να χορεύει μέχρι το πρωί εις το παράδειγμα ενός μουρλού...

ΖΕΥΣ. Είνε πολύ αληθές δυστυχώς και είθε να μη συνέβαινε. Εκείνος ο κόλακας, τι κακά έχει κάνει εις εκείνο το γένος… Τι αηδία μου προκαλεί αυτός ο άνθρωπος δεν λέγιτο.

ΑΠΟΛ. Τόσω καλός ήτον αυτός ο άνθρωπος εις την μέρα, και τόσον άδικον ήτο να ρεζιλέψει
το γένος εκείνο που ταλαίπωρο είναι;



ΖΕΥΣ. Ίσως και τούτο, αλλ' εγώ ενθυμούμαι ότι τότε κατελήφθην υπό φοβεράς αηδίας, ένεκα της δυσοσμίας την οποίαν έφερε μέχρις εμού ο οίνος των ανθρωπίνων σαρκών που ητον εκείνη την μέρα μαζί του. και αν δεν έφευγα αμέσως διά την πόλιν των ιερών, φοβούμαι ότι θα μ' έπνιγεν με την βλακείαν του ο βρωμερός εκείνος μέθυσος και οι άλλες σιχαμένες που επίνοντο μαζί του..
και όταν ευρέθηκα μέσα εις τόσην ευωδίαν και τόσα αρώματα και αφθόνους αναθυμιάσεις καθαρού αέρα, μετά δυσκολίας η όσφρησίς μου απέβαλε το δυσάρεστον εκείνο αίσθημα που είδα εις εκείνο το μέρος που πάνε τα βράδια εκείνοι οι βέβηλοι άνθρωποι.. Τώρα δε ακόμη και μόνον η ανάμνησίς της με ανακατόνει.

ΑΠΟΛ. Και διά ποίον λόγον, ω Ζευ, οι μέθυσοι εκείνοι ρεζιλεύονται κατ' αυτόν τον τρόπον; Ή τι καλόν ήλπιζε εκείνος ο μέθυσος διά να πιει μαζί με την άλλη την καρακάξα;

ΖΕΥΣ. Θα σου ειπώ τι είπεν ο ίδιος όταν απελογήθη το πρωι που ξύπνησε του προς τους συνηθροισμένους εις την οικίαν του.
Αν ενθυμούμαι καλά, είπε...

Αλλά ποιά είνε αυτή που έρχεται με σπουδήν, ταραγμένη και δακρύουσα, η οποία φαίνεται ως να έχη πάθη μέγα αδίκημα; Αλλά την αναγνωρίζω είνε η Φιλοσοφία.
την ακούω που επικαλείται το όνομά μου και παραπονείται.
Διατί, κόρη μου, κλαίεις; Και διατί αφήκες τον κόσμον και ήλθες εδώ;
μήπως οι αμαθείς άνθρωποι πάλιν σ' επεβουλεύθησαν, όπως άλλοτε, όταν εφόνευσαν τον άδικο εκείνον νέο με τους λογους τους;

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Τίποτε τοιούτον, πατέρα.
εκείνοι, ο λίγος λαός δηλαδή, μ' ετίμων πολύ, μ' εσέβοντο και μ' εθαύμαζαν και σχεδόν μ' επροσκύνουν, μολονότι δεν πολυενόουν τους λόγους μου. Οι άλλοι όμως, πώς να τους
είπω; οι λέγοντες ότι είνε σχετικοί και φίλοι μου, εκείνοι, οι οποίοι φέρουν το όνομά μου, αυτοί με κακομετεχειρίσθησαν κατά τον χειρότερον τρόπον.

ΖΕΥΣ. Οι φιλόσοφοι σ' εκακοποίησαν;

ΦΙΛΟΣ. Όχι, πατέρα, και αυτοί εκακοποιήθησαν μαζή μου.

ΖΕΥΣ. Ποίοι λοιπόν σ' επείραξαν, αφού ούτε τον λαόν, ούτε τους
φιλοσόφους κατηγορείς;

ΦΙΛΟΣ. Υπάρχουν τινές, ω Ζευ, μεταξύ του λαού και των φιλοσοφούντων, οι οποίοι κατά την ενδυμασίαν, το βλέμμα και το βάδισμα είνε όμοιοι με τους άλλους τους καλούς λίγους ανθρώπους..
αξιούν δε ότι είνε οπαδοί μου, φέρουν ως τίτλον το όνομά μου και λέγουν ότι είνε εμπειροι στη ζωή των.
Ο βίος όμως αυτών είνε φαυλότατος, γεμάτος από αμάθειαν, θράσος και ασέλγειαν, πράγμα το οποίον αποτελεί όχι μικράν ύβριν εναντίον μου.
Εξ αιτίας αυτών, πατέρα, έφυγα από τον κόσμον.

ΖΕΥΣ. Τα παράπονά σου είνε σοβαρά, κόρη μου. Αλλά εις τι προ πάντων
σ' επείραξαν;

ΦΙΛ. θα ίδης αν είνε μικρά όσα μου έχουν κάμη. Ενθυμείσαι ότι βλέπων τον κόσμον πλήρη αδικία μέθυσων και παρανομίας, διότι επλεόναζεν η αμάθεια και η κακουργία και τον συνετάρασσαν, ελυπήθης τους ανθρώπους τους πλανωμένους εις την άγνοιαν και με απέστειλες με την παραγγελίαν να φροντίσω ώστε να παύσουν ν' αδικούν ο είς τον άλλον, να βιαιοπραγούν και να ζουν όπως τα θηρία, να στραφούν δε προς την αλήθειαν και ν'
αρχίσουν να συζούν ειρηνικώτερα.
Μου είπες δε τα εξής.
Τι πράττουν οι άνθρωποι και εις ποίαν κατάστασιν ευρίσκονται ένεκα της αμαθείας και
συ το βλέπεις, κόρη μου, και επειδή τους λυπούμαι, εξέλεξα σε εξ όλων των θεών, ως μόνην δυναμένην να διορθώσης την κατάστασιν, και σε αποστέλλω να τους φέρης εις την ευθείαν οδόν.

ΖΕΥΣ. Εξακολουθείς να παραπονείσαι, χωρίς να μου λέγης τι σου έκαμαν.

ΦΙΛ. Άκουσε λοιπόν, ω Ζευ, και θα ίδης πόσα υπέφερα από κάτι χορευταί βδελυρούς, ως επί το πολύ ανίδεους , οι οποίοι δεν είχον καμμίαν σχέσιν προς των καλό λαό των αρχαίων ελλήνων, από της παιδικής των ηλικίας, διότι τους ημπόδιζον αι ασχολίαι των.
Ως είπα ήσαν ανίδεοι και κόλακες και εδιδάσκοντο στην ύβρειν, στους χορούς και στην μέθη, να κατεργάζωνται λέξεις απρεπείς, να πίνουν και μεθούν όποτε λαμβάνουν ορισμένα τάλαντα.

Εκείνοι οι χορευταί εις την ξενην μουσικη, που δεν είχαν οι Έλληνες πριν, το οποίο ονομάζουν τσιφτετέλι, προσωρμίσθησαν εις τον ευχάριστον λιμένα της οκνηρίας, συμπαραλαβόντες το θράσος, την αμάθειαν και την αναισχυντίαν, αίτινες αποτελούν τα κυριώτερά των εφόδια, και μελετήσαντες νέου είδους ύβρεις διά να τας έχουν προχείρους, αυτάς δε μόνον έχοντες εις το στόμα των ως δόγματα, ενδύονται και μεταμορφούνται ως κάλοι άνθρωποι.

Την καλόν όψη , ως γνωρίζεις, είνε εύκολον εις απομίμησιν (εννοώ το εξωτερικόν) και δεν είνε πολύ δύσκολον να φορέση κανείς ωραία ρούχα, και να κραυγάζη, μάλλον δε να γκαρίζη ή να υλακτή και να υβρίζη τους πάντας.

Εσκέπτοντο δε ότι δεν είνε δύσκολον να εξισωθούν προς τους πραγματικούς καλούς, αφού ουδείς θα υπήρχεν ο δυνάμενος να τους διακρίνη, άμα θα κατώρθωνον να είνε όμοιοι κατά το εξωτερικόν, Διότι δεν δέχονται να υποβληθούν εις κανένα έλεγχον.
Εάν κανείς απευθύνη προς αυτούς ερωτήσεις με τάξιν και ησυχίαν, δεν απαντούν, αλλ' αρχίζουν να κραυγάζουν και καταφεύγουν εις την παρέα των, και είνε έτοιμοι να μεταχειρισθούν το ξύλον το οποίον γνωρίζουν μόνο..
Και αν μεν τους προκαλέσης να επιδείξουν τα έργα των, απαντούν διά πολλών λόγων άσχημων.

Λοιπόν η πόλις έχει γεμίση από τοιούτους απατεώνας και μάλιστα από τους διατεινομένους ότι είνε οπαδοί της λογικής και της εγκράτειας.

Αλλά δεν μιμούνται καμμίαν από τας αρετάς, τας οποίας έχουν εκ φύσεως οι σκύλλοι, όπως η φρούρησις και η πίστις, η αγάπη προς τον κύριόν των και η Ευγνωμοσύνη.
εξ εναντίας έχουν όλα τα ελαττώματα των ζώων εκείνων, το γαύγισμα και την λαιμαργίαν, την ροπήν προς την αρπαγήν, την μεγάλην ασέλγειαν και την κολακείαν και κινούν την ουράν προς τον δίδοντα και περιτριγυρίζουν εις τας τραπέζας.
Εις αυτά είνε τέλειοι.

Δεν θα ήτο δε το πράγμα τόσον φοβερόν, εάν οι αγύρται εκείνοι χορευταί περιωρίζοντο μόνον εις αυτά. Αλλ' ενώ έξω και δημοσία φαίνονται πολύ σοβαροί και σκυθρωποί, εάν επιτύχουν κανένα νέον ευειδή ή γυναίκα ωραίαν, εντρέπομαι να είπω τι κάνουν.
Μερικοί απάγουν και τας γυναίκας εκείνων οίτινες τους φιλοξενούν, όπως ο εξ Ιλίου εκείνος νέος, με την πρόφασιν να τας μυήσουν εις την αληθινή ζωή και αυτάς.


Θα εχρονοτρίβουν πολύ αν ήθελα να διηγηθώ τι πράττουν εις τα συμπόσια και με ποίαν κτηνωδίαν μεθύουν. Και ενώ τοιαύτα πράττουν, κατακρίνουν την μέθην, την μοιχείαν, την λαγνείαν και την φιλαργυρίαν.
Εις ουδέν άλλο υπάρχει τόση αντίθεσις όση μεταξύ των λόγων και των έργων αυτών.
Ενώ λ. χ. λέγουν ότι μισούν την κολακείαν, δύνανται να υπερβούν και
τον Γναθωνίδην ή τον Στρουθίαν εις την κολακείαν, ενώ παρακινούν τους άλλους να λέγουν την αλήθειαν, η ιδική των γλώσσα δεν δύναται να κινηθή χωρίς να ψευσθή.
Εις τους λόγους των η ηδονή είνε εχθρός των και ο Επίκουρος πολέμιος, αλλ' εις την πραγματικότητα μόνον την ηδονήν επιδιώκουν.

Ένας δε από αυτούς, ειπόν πως φιλοσόφησε την ζωήν, και πρέπει λέγον ο άνθρωπος να πίνει, να χορεύει, και να μην τον νοιάζει τίποτε μέχρι να πέσει εις το πάτωμα και να τον μαζέψουν οι άλλοι ίδιοι.
Ένας από αυτούς πατέρα, ήπιο τόσο πολύ εκείνο το βράδυ, που τον πήραν κάτι άλλοι και τον άφησαν έξω την οικία του μέθυσο.. χτύπησαν και το κουδούνι να ανοίξει η μητέρα του και να τον βάλει μέσα, και εξαφανιστήκαν σαν τους φαντομάδες, διότι εκείνος ο μέθυσος, ητο ικανός να ρίξει ευθύνες πάνω τους για ότι έγινε.

Τους νοιάζει μόνον η καλοπέραση των.

Σου εύχομαι να μη τύχης εκεί όταν ο βρωμερός εκείνος βόρβορος εκχύνεται.
Τουςακούεις να λέγουν, Χρυσόν και άργυρον, δεν επιθυμώ παρά μόνον αγάπη και στοργή και ένας οβολός μου είνε αρκετός δια ν' αγοράσω λούπινα.
Το ποτόν μου παρέχει η βρύση ή ο ποταμός Μετ' ολίγον δε ζητούν όχι οβολούς, ούτε
ολίγας δραχμάς, αλλά περιουσίας ολοκλήρους από τας γυναικάς εκείνης που ξεμυάλισαν οι μέθυσοι, η το αντίθετο οι μέθυσες...!

ΖΕΥΣ. Ω θεοί! τι υποφέρει η καλή μας η Φιλοσοφία από τους κατηραμένους εκείνους. Πρέπει να σκεφθώμεν τι να πράξωμεν και πώς να τους τιμωρήσωμεν διότι ο κεραυνός δεν είνε αρκετός.. φονεύει διά μιας και ταχέως!

ΑΠΟΛ. Εγώ, πατέρα, θα σου είπω, και εγώ μισώ τους απατεώνας εκείνους, διότι είνε αφιλόμουσοι και θέλω να εκδικηθώ χάριν των καλών ανθρώπων..
Βεβαίως δεν είνε άξιοι του κεραυνού και της εκ μέρους σου τιμωρίας.
αν θέλης, στείλε την γνώσι και την λογική με πληρεξουσιότητα διά την τιμωρίαν των επειδή δε καταγίνεται εις τα γράμματα, θα διακρίνη ευκόλως ποίοι εξ αυτών χορευτών ορθώς και ποίοι όχι είναι οι καλοί..
Και οι μεν πρώτοι θα επαινεθούν, οι δε άλλοι θα τιμωρηθούν, όπως εκείνη θ' αποφασίση
τότε.

ΛΟΓΙΚΗ. Επειδή δε ωμίλησες και περί κολακείας και είπες ότι μισείς τους κόλακας, σε επαινώ και διά τούτο, δεν ηδυνάμην όμως να πράξω άλλως.
Πρέπει δε να διακρίνωμεν και να καθορίσωμεν το έργον του επαινούντος και την υπερβολήν του κόλακος.

ΓΝΩΣΙ. Η διαφορά δε μεταξύ επαινούντων και κολακευόντων δεν είνε μόνον αυτή, ότι οι κόλακες δεν διστάζουν και να ψεύδωνται διά να γίνουν ευάρεστοι εις τους επαινουμένους, οι δε επαινούντες απλώς προσπαθούν να εξαίρουν τα πραγματικά προτερήματα, αλλ' έχουν και άλλην διαφοράν όχι μικράν, ότι οι κόλακες μεταχειρίζονται τας υπερβολάς αδιακρίτως και αμέτρως, ενώ οι επαινούντες αποφεύγουν τας μεγάλας υπερβολάς και δεν εξέρχονται των ορίων. Εκ των πολλών διακριτικών μεταξύ κολακείας και επαίνου σου ανέφερα μόνον τα ανωτέρω, διά να μη υποπτεύης όλους τους επαινούντας ως κόλακας,
αλλά να διακρίνης και εκτιμάς δικαίως και τους μεν και τους δε.

ΖΕΥΣ. Καλά λέγεις.
Αλλά και συ, Ηρακλή, ακολούθησε, και πηγαίνετε χωρίς να βραδύνετε εις τον κόσμον. Να έχης δε υπ' όψιν ότι θα θεωρηθή ως ο δέκατος τρίτος και όχι ο μικρότερος άθλος σου αυτός, αν φονεύσης και εξαφανίσης τα θηρία εκείνα τα τόσον αισχρά και αναίσχυντα.

ΗΡΑΚΛ. Θα επροτιμούσα, πατέρα, να καθαρίσω εκ νέου την κόπρον του Αυγείου παρά να πολεμήσω με αυτούς. Αλλ' αφού το θέλεις, πηγαίνωμεν.

ΑΠΟΛ. Ας πηγαίνωμεν διά να προφθάσωμεν να τιμωρήσωμεν τουλάχιστον μερικούς σήμερον. Αλλά πού πρέπει να διευθυνθώμεν;
γνωρίζεις πού θα τους εύρωμεν;
Βέβαια εις την Ελλάδα.

ΓΝΩ. Λοιπόν πηγαίνωμεν κατ' ευθείαν εις την εκείνο το κτήριον, με την δια πασών μουσική.

ΗΡΑΚΛ. Καλά λέγεις και θα σας οδηγήσω εγώ, διότι γνωρίζω καλά την χώραν των χορευτών. Ας πάρωμεν αυτόν τον δρόμον.

ΑΠΟΛ. Μάλιστα. Αλλά τι πρέπει να πράξωμεν και πώς να ανιχνεύσωμεν τα
θηρία;

ΛΟΓ. Αυτό ανήκει εις εσέ, ω Απόλλων, διότι είσαι κήρυξ και πρέπει ν' αρχίσης να τραγουδάς.

ΑΠΟΛ. Αυτό δεν είνε δύσκολον, αλλά δεν γνωρίζω τα ονόματά των ακούντων μουσικών. Λοιπόν συ, γνώσι, λέγε τα γνωρίσματα ενός εκάστου.

ΓΝΩΣΙ. Και εγώ ακριβώς δεν γνωρίζω τα ονόματά των, διότι ποτέ δεν τους συνανεστράφην αλλ' από την πεονεξίαν την οποίαν έχουν υποθέτω ότι αν φωνάξης αγάπη τι δύσκολο πράγμα ή ανέβα στο τραπέζι μου, ή όλα τα λεφτά λουλούδια, θα επιτύχης.

ΑΠΟΛ. Πολύ καλά. Αλλά ποίοι είνε εκείνοι και τι στέκονται καιπαρατηρούν; Τώρα έρχονται προς τα εδώ και φαίνονται ως να θέλουν να μας ερωτήσουν κάτι.

ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Μήπως ημπορείτε να μας πληροφορήσετε, παλληκάρια, ή συ καλή κυρά, αν έτυχε να δήτε τους κατεργαρέους χορευτές να πηγαίνουν με μίαν γυναίκα που έχει κομμένα σύρριζα τα μαλλιά της, όπως αι Σπαρτιάτιδες, μίαν ανδρογυναίκα;

ΦΙΛΟΣ. Πωπώ, τους ανθρώπους μου ζητούν.

ΑΝΘΡ. Πώς τους ανθρώπους σου; Αυτοί που κυνηγούμεν είνε όλοι φυγάδες μέθυσοι.
Αλλ' ημείς κυρίως ζητούμεν την γυναίκα, την οποίαν μας έκλεψαν.

ΗΡΑΚ. Θα μάθετε μετ' ολίγον διατί και ημείς τους ζητούμεν.
τώρα δε βοηθήσατέ μας.
μήπως είνε ολίγον ωχρός, έχει κομμένα τα μαλλιά, τρέφει μεγάλα γένεια, φορεί ωραία ρούχα, θυμώνει εύκολα, είνε αγράμματος, έχει φωνήν βραχνήν και υβρίζει;
όποιος γνωρίζει που ευρίσκεται αυτός ο μέθυσος να μας πληροφορήση και θα λάβη ωρισμένην αμοιβή.

ΚΥΡΙΟΣ. Γνωρίζεις ποιος είνε αυτός που ζητείς;
αλλ' όταν τον είχα εγώ, είχε δε τότε μαλλιά μεγάλα, εξύριζε να γένεια του και εγνώριζε την τέχνην την ιδικήν μου.
τον είχα εις το γραφείον μου. Κατά την πληρωμή, όλα του τα τάλαντα επιγενον εις την μουσική και τους χορούς. Στην δουλειά δεν είχε όρεξη και κοιτούσε μόνο πότε θα φύγη.
Με άλλους δεν μιλούσε καλά, και δημιουργούσε προβλήματα.

ΑΠΟΛ. Αυτός ακριβώς είνε. Τώρα όμως ομοιάζει με καλόν άνθρωπον..

ΚΥΡΙΟΣ. Τι αναίδεια! Ο βέβηλος εκείνος καλός άνθρωπος;

ΑΝΘΡ. Θα τους εύρωμεν όλους, αφού αυτή η γυναίκα τους γνωρίζει ως λέγει.

ΦΙΛΟΣ. Ποιός είνε αυτός ο άλλος, Ηρακλή, που έρχεται, ο ωραίος, ο οποίος κρατεί κιθάραν;

ΗΡΑΚΛ. Είνε ο Ορφεύς, ο οποίος υπήρξε συνταξειδιώτης μου εις την Αργώ, ο πλέον ευχάριστος από όλους τους κελευστάς. Το άσμα του μας έκανε να μη αισθανώμεθα καθόλου τον κόπον της κωπηλασίας.
Χαίρε, λαμπρέ και μουσικώτατε Ορφεύ, υποθέτω ότι δεν ελησμόνησες τον Ηρακλή.

ΟΡΦ. Χαίρετε και σεις, και ετοιμάσατε την αμοιβήν την οποίαν υπόσχεσθε, διότι εγώ γνωρίζω πολύ καλά εκείνον τον οποίον ζητείτε.

ΑΠΟΛ. Λοιπόν να μας δείξης, υιέ της Καλλιόπης, που είνε. Δεν πιστεύω δε να έχης ανάγκην από χρήματα, αφού είσαι σοφός.

ΟΡΦ. Καλά είπες. Θα σας δείξω το σπίτι όπου κατοικεί, αλλ' όχι και τον ίδιον, διότι φοβούμαι τας ύβρεις του. Είνε φοβερά κακόγλωσσος και μόνον εις αυτό έχει ασκηθή.
Δεν ακούει πλέον εις την δική μας μουσική, και κάνει όλα τα ξένα πράγματα.

ΗΡΑΚΛ. Καλά, δείξε μας το σπίτι.

ΟΡΦ. Είνε αυτό εκεί πλησίον. Εγώ απομακρύνομαι, διότι ούτε να με ίδη, ούτε να τον ίδω θέλω.

ΕΡΜ. Για σταθήτε. Δεν είνε γυναικεία φωνή αυτή που απαγγέλλει στίχους του τραγουδιστή;

ΛΟΓΙΚΗ. Βέβαια αλλά ας ακούσωμεν τι λέγει.

ΧΟΡΕΥΤΑΙ.
Κάνε κοπάνα πάμε παραλία
πάμε να γράψουμε μια ιστορία
στον Πειραιά και στο Πασαλιμάνι
μετά Γλυφάδα για κανά σφηνάκι
Δύο καρδιές μες το καμπριολέ

Μπες μες το καμπριολέ
πάμε για κάνα καφέ

ΕΡΜ. ΤΙ ΑΙΣΧΟΣ!

ΦΙΛΟΞΕΝΩΝ. Εις εμέ αναφέρεται αυτός ο στίχος, διότι εγώ τον εφιλοξένησα κι' αυτός επήρε τη γυναίκα μου και έφυγε.

ΧΟΡ. Για πες μου τελικά τι του βρίσκεις
Τι έχει που τόσο πολύ αγαπάς
Και μένα που σου τα 'δωσα όλα
Στο περιθώριο τώρα πια με πετάς

Θα το μετανιώσεις που με κάνεις και κλαίω
Θα το μετανιώσεις γι' αυτό σου λέω, σου λέω
Σου λέω, σου λέω

Άστον αυτόν γύρνα σε μένα
Άστον αυτόν δεν κάνει για σένα
Άστον αυτόν σε περιμένω
Άστον αυτόν τα πάντα υπομένω
Άστον αυτόν εγώ σ' αγαπάω
Άστον αυτόν σε συγχωράω

ΚΥΡΙΟΣ. Οι στίχοι αυτοί πολύ ταιριάζουν εις εκείνον τον αχρείον.

ΦΙΛΟΞ. Αλλοίμονον, γυναίκα μου, τι θα έχης πάθη απ' αυτό το σκυλλολόγι. Ήκουσα ότι είνε και έγκυος απ' αυτούς.

ΑΠΟΛ. Δεν το χαίρεσαι; Θα σου κάμη κανένα Κέρβερον ή Γηρυόνην, διά ν' αναγκασθή ο Ηρακλής αυτός να κάμη και άλλον άθλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια: